Ουρολοίμωξη είναι μία φλεγμονή του ουροποιητικού συστήματος  που οφείλεται σε πολλαπλασιασμό μικροβίων δηλ. μηκύτων, ιών ή βακτηριδίων. Τα βακτηρίδια είναι οι συχνότεροι μικροοργανισμοί που προκαλούν ουρολοίμωξη και μάλιστα το κολοβακτηρίδιο είναι το πιο συχνό. Συνήθως τα μικρόβια που εισέρχονται εντός του ουροποιητικού συστήματος απομακρύνονται ή καταστρέφονται από την άμυνα του οργανισμού πριν προκαλέσουν συμπτώματα. Όμως  ορισμένες φορές τα μικρόβια καταβάλλουν την άμυνα του οργανισμού και προκαλούν φλεγμονή.

Τι προκαλεί μία ουρολοίμωξη σε βρέφη ή παιδιά

Φυσιολογικά τα ούρα είναι άσηπτα και δεν περιέχουν μικρόβια. Αντίθετα άφθονα μικρόβια, κυρίως κολοβακτηρίδια, υπάρχουν στο  δέρμα, στο ορθό αλλά και στις εντερικές κενώσεις. Μερικές φορές τα μικρόβια αυτά εισέρχονται μέσα στην ουρήθρα και επεκτείνονται στην ουροδόχο κύστη όπου πολλαπλασιάζονται και προκαλούν κυστίτιδα με πόνο στην ούρηση, συχνουρία ή αίμα στα ούρα. Εάν τα μικρόβια επεκταθούν πιο ψηλά, υπερνικώντας τους ηθμούς των βαλβίδων στα κυστεοουρητηρικά σημεία, μπορεί να προκαλέσουν φλεγμονή στους νεφρούς δηλ. πυελονεφρίτιδα με  υψηλό πυρετό, ρίγος, πόνο στην περιοχή των νεφρών ή κακουχία. Τέλος εάν εισέλθουν μέσα στο αίμα μπορεί να προκαλέσουν σηψαιμία.

Ποιοι παράγοντες ευνοούν μία ουρολοίμωξη

  • Κυστεοουρητηρική παλινδρόμηση

Ορισμένα βρέφη κυρίως πρόωρα, αλλά όχι μόνον, δεν διαθέτουν αποτελεσματική λειτουργία των βαλβίδων, στα σημεία που οι ουρητήρες εισέρχονται μέσα  στην ουροδόχου κύστη. Ετσι κατά την ούρηση ή κατά την πλήρωση της ουροδόχου κύστεως οι  βαλβίδες “ανοίγουν”  επιτρέποντας επιστροφή (παλινδρόμηση) των ούρων πίσω στους ουρητήρες και στους νεφρούς.

  • Νευρογενής κύστη ή τεμπέλικη (lazy) ουροδόχος κύστη

Ορισμένες φορές τα νεύρα που είναι υπεύθυνα για την φυσιολογική έξωση των ούρων από την ουροδόχο κύστη δεν λειτουργούν σωστά με αποτέλεσμα να παραμένουν ούρα  μέσα στην κύστη. Η στάση των ούρων  προκαλεί  ανάπτυξη των μικροβίων.

  • Υδρονέφρωση

Όταν υπάρχει ανατομικό κώλυμα στην αποχέτευση των ούρων είτε ψηλά (στένωση πυελοουρητηρικής συμβολής) είτε  χαμηλά (στένωση κυστεοουρητηρικής συμβολής, υποκυστική στένωση) τότε πρήζεται το αποχετευτικό σύστημα πάνω από την στένωση, δημιουργείται στάση ούρων και επομένως δημιουργούνται συνθήκες ανάπτυξης μικροβίων.

  • Παραγωγή μικρής ποσότητος ούρων λόγω μη ικανοποιητικής λήψεως υγρών.
  • Καθυστέρηση ή αναβολή μίας ουρήσεως

Παιδιά που λόγω παιχνιδιού ξεχνούν να ουρήσουν, έχουν γεμάτη την ουροδόχο κύστη για μεγάλο χρονικό διάστημα  που επιτρέπει την ανάπτυξη μικροβίων.

  • Χρόνια δυσκοιλιότητα

Λιγότερο από δύο κενώσεις την εβδομάδα. Δημιουργούνται έτσι σκληρά κόπρανα που μπορεί να πιέζουν την ουροδόχο κύστη μπλοκάροντας την έξοδο των ούρων και πολλαπλασιασμό των μικροβίων.

Ποια είναι τα συμπτώματα της ουρολοιμώξεως

Τα συμπτώματα ποικίλουν από ένα ήπιο ερεθισμό “τσούξιμο”  κατά την ούρηση μέχρι δυνατό πόνο και υψηλό πυρετό. Ορισμένα παιδιά δεν εμφανίζουν καθόλου συμπτώματα (ασυμπτωματική μικροβιουρία). Άλλα μικρά παιδιά ή βρέφη μπορεί να έχουν εκνευρισμό να μην τρώνε ή να μυρίζουν τα ούρα τους. Άλλα μπορεί να έχουν χαμηλό πυρετό, ναυτία ή εμέτους ή διάρροια. Άλλα μπορεί να εμφανίζουν νυκτερινή  ενούρηση.

Ποια είναι  η καλύτερη εξέταση μετά την διάγνωση της ουρολοιμώξεως

Το υπερηχογράφημα νεφρών-ουρητήρων-ουροδόχου κύστεως είναι η καλύτερη διαγνωστική εξέταση.

Πώς χρησιμεύουν οι  υπέρηχοι στην ουρολοίμωξη

1) Επιτρέπουν την σωστή εκτίμηση του μεγέθους και της συστάσεως των νεφρών. Φυσιολογικό μέγεθος, ομαλό περίγραμμα και συνήθης σύσταση των νεφρών δείχνουν ότι η ουρολοίμωξη δεν επηρρέασε  τους νεφρούς. Μικρό μέγεθος με εντομές στον φλοιό των νεφρών δηλώνουν ότι  η ουρολοίμωξη επηρρέασε  τους νεφρούς και δημιούργησε ουλές.

2) Αναγνωρίζουν την θέση των νεφρών σε σωστή ορθότοπη θέση ή σε παθολογική έκτοπη θέση,  π.χ. χαμηλά κοντά στην ουροδόχο κύστη, θέση που  ευνοεί την ανάπτυξη ουρολοιμώξεως.

3) Αξιολογούν συγγενείς δομικές ανωμαλίες των νεφρών όπως πεταλοειδή νεφρό,  πολυκυστικούς νεφρούς, πλειοκυστικό νεφρό, αγενεσία νεφρού, κύστεις ή όγκους νεφρών.

4) Ανιχνεύουν την υδρονέφρωση και προσδιορίζουν το ύψος του κωλύματος που δημιουργεί την υδρονέφρωση, (πυελοουρητηρική στένωση, κυστεοουρητηρική στένωση, ουρητηροκήλη, βαλβίδες οπισθίας ουρήθρας).

5) Σε μεγαλύτερα παιδιά  ο έλεγχος του όγκου των ούρων πριν και μετά την ούρηση επιτρέπει την εκτίμηση δυσλειτουργίας της ουροδόχου κύστεως.

6) Επιβεβαιώνουν ή ανατρέπουν προγεννητικά υπερηχογραφικά ευρήματα. Πολλές  φορές το προγεννητικό υπερηχογράφημα της κυήσεως δείχνει ευρήματα πιθανών συγγενών ανωμαλιών των νεφρών ή της ουροδόχου κύστεως όπου π.χ. υδρονέφρωση, κύστεις, έκτοπο  νεφρό ή μεγάλη ουροδόχο κύστη. Εναπόκειται στο υπερηχογράφημα του βρέφους, μετά την γέννηση,  για να επιβεβαιώσει ή να αποκλείσει  την πιθανολογούμενη συγγενή ανωμαλία. Πολλές φορές η “υδρονέφρωση” στο έμβρυο είναι παροδική και υποχωρεί πλήρως μετά την γέννηση.